Η πρόσφατη πολεμική σύγκρουση Αζερμπαϊτζάν κι Αρμενίας, που κράτησε για πάνω από 40 μέρες, αιματοκυλώντας τους λαούς και πρώτα απ’ όλα τη νεολαία αυτών των δύο πρώην σοβιετικών Δημοκρατιών, οφείλονταν στην αντιπαράθεση διαφορετικών σχεδιασμών των αστικών τάξεων, καθώς και στην κοινή επιδίωξη τους σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης να ενισχύσουν το στείρο και επικίνδυνο έδαφος των εθνικισμών και της αλληλοσφαγής των λαών, για να μην κλονιστεί η εξουσία τους.

Την ίδια ώρα σε αυτή τη σύγκρουση έγινε ακόμη πιο φανερή η εμπλοκή κι άλλων αστικών τάξεων, όπως της Τουρκίας, που απροκάλυπτα στήριξε τις πολεμικές επιχειρήσεις του Αζερμπαϊτζάν, για να διευρύνει τα γεωπολιτικά της στηρίγματα στην περιοχή του Καυκάσου και της Κασπίας.

Η συμφωνία, που υπογράφηκε ανάμεσα σε Ρωσία, Αζερμπαϊτζάν και Αρμενία, για την ειρήνευση στην περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ, έρχεται να βάλει τη σφραγίδα της στο νέο συσχετισμό δύναμης, που διαμορφώνεται στην περιοχή του Καυκάσου και της Κασπίας. Η Ρωσία διευρύνει -με την ανάπτυξη «ειρηνευτικών δυνάμεων» στο Ναγκόρνο Καραμπάχ και την εξασφάλιση της οδικής διασύνδεσής του με την Αρμενία- την στρατιωτική και πολιτική της παρουσία. Η Νατοϊκή Τουρκία αποκτά νέο «ρόλο» σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περιοχή, που αποτελεί «δίαυλο» σύνδεσης της Μαύρης Θάλασσας με την Κασπία, μέσα από τη συμμετοχή της στο λεγόμενο «ειρηνευτικό κέντρο», που θα συγκροτηθεί στο Αζερμπαϊτζάν, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο την πολιτικό-στρατιωτική παρουσία της.

Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για μια προσωρινή συμφωνία, που έχει βασικά χαρακτηριστικά της ιμπεριαλιστικής «ειρήνης», όπως είναι η κατοχή και ανταλλαγή εδαφών κι η ύπαρξη ξένων τοποτηρητών. Ωστόσο, αυτή η «διασταύρωση» των επιδιώξεων των αστικών τάξεων της Ρωσίας και της Τουρκίας, σε μια ακόμη περιοχή, αυτή του Καυκάσου και της Κασπίας, μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες μιας νέας μελλοντικής ανάφλεξης.

Οι λαοί της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, που στο παρελθόν για δεκαετίες έζησαν ειρηνικά, οικοδομώντας μια νέα σοσιαλιστική κοινωνία, σήμερα σε συνθήκες καπιταλισμού πληρώνουν με το αίμα τους την προώθηση εκείνων ή των άλλων -αλλά πάντα ξένων προς τα δικά τους- καπιταλιστικών συμφερόντων. Στο βαθμό που οι λαοί διδάσκονται από την ιστορία τους, έχουν τη δύναμη να υψώσουν μέτωπο τόσο στις ξένες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, όσο και στα συμφέροντα των αστικών τάξεων, και μπορούν να οικοδομήσουν το δικό τους “τείχος” ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, να χαράξουν στρατηγική σύγκρουσης με το καπιταλιστικό σύστημα, που γεννά κρίσεις, πολέμους, προσφυγιά.