2 Ιουν 2025
Περιβάλλον

Τους μεγάλους κινδύνους που προκύπτουν για τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά από τις εγκαταστάσεις φυσικής επεξεργασίας αποβλήτων καραβιών της «Oil One» στη Δραπετσώνα, την αλλαγή χρήσης δεξαμενής πετρελαίου σε πολύ πιο εύφλεκτη και πτητική βενζίνη στο Πέραμα και τα δίκαια αιτήματα σωματείων και φορέων αναδεικνύει η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ με ερώτηση που κατέθεσε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ο ευρωβουλευτής του Κόμματος Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος.

Τα «καζάνια του θανάτου» («CORAL», «AVIN», «JETOIL»,«ΕΤΕΚΑ» στο Πέραμα και «Oil One» σε Δραπετσώνα-Κερατσίνι), όπως δικαιολογημένα τα αποκαλούν οι κάτοικοι, δίπλα σε σπίτια και σχολεία, έχουν μετατρέψει την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά σε «ωρολογιακή βόμβα» με ευθύνη των κυβερνήσεων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που αδειοδότησαν και δίνουν συνεχείς παρατάσεις στη λειτουργία τους, η οποία ενέχει σοβαρότατους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια κατοίκων και εργαζομένων.

Εδώ και χρόνια παρατηρείται υψηλή συγκέντρωση βαρέων μετάλλων σε ασθενείς από τις περιοχές Δραπετσώνας, Κερατσινίου και Περάματος σημαντικού παράγοντα για δημιουργία καρκίνου, κυρίως του πνεύμονα. Οι μετρήσεις του «Δημόκριτου» έχουν επιβεβαιώσει ότι η ατμόσφαιρα είναι επιβαρυμένη με θειούχες πτητικές ενώσεις που προέρχονται από επεξεργασία ή καύση πετρελαιοειδών ενώ καταγράφονται τιμές βενζολίου που ξεπερνούν ορισμένες μέρες τη μέση οριακή τιμή για την προστασία της υγείας. Επιπλέον, είναι μόνιμος ο κίνδυνος βιομηχανικού ατυχήματος μεγάλης έκτασης (ΒΑΜΕ), με δεδομένο μάλιστα ότι δεν υπάρχουν μαζικοί διέξοδοι διαφυγής και ασφαλείς χώροι καταφυγής για τους κατοίκους, ενώ οι τέσσερις εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών στο Πέραμα και της «Oil One» στη Δραπετσώνα βρίσκονται σε «απόσταση αναπνοής» μεταξύ τους και μέσα στον οικιστικό ιστό.

Η αιτία για τα παραπάνω βρίσκεται στην προτεραιότητα που δίνουν κυβερνήσεις, περιφερειακές αρχές στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων, συνεχίζοντας να αδειοδοτούν αυτές τις υποδομές, εφαρμόζοντας τις ευρωενωσιακές οδηγίες και κατευθύνσεις.

Οι Oδηγίες της ΕΕ (2016/2284 για τους ατμοσφαιρικούς ρύπους, Seveso III για τα ατυχήματα μεγάλης έκτασης, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Ρύπων), που ενσωματώθηκαν στην ελληνική νομοθεσία από τις Κυβερνήσεις ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχουν διαμορφώσει το στρατηγικό πλαίσιο των βιομηχανικών δραστηριοτήτων με κριτήριο όχι την προστασία της δημόσιας υγείας αλλά την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων. Αξιοποιώντας το παραπάνω νομοθετικό πλαίσιο κανόνων λειτουργίας επικίνδυνων και ρυπογόνων υποδομών στην πράξη αυτές μπορούν και λειτουργούν μέσα στον οικιστικό ιστό ή πολύ κοντά σε αυτόν, ενώ παραπέμπει στις ίδιες τις εταιρίες την εφαρμογή μέτρων «για την πρόληψη μεγάλων ατυχημάτων και τον περιορισμό των συνεπειών τους» και οποιοσδήποτε κρατικός έλεγχος των επιχειρήσεων είναι υποτυπώδης. Το αποτέλεσμα είναι ο λαός της περιοχής να καλείται να ζει καθημερινά με τον κίνδυνο δίπλα του, αφού τα όποια σχέδια προστασίας υπάρχουν στα χαρτιά δεν εξασφαλίζουν πραγματική προστασία των εργαζομένων και των κατοίκων, ενώ την ίδια στιγμή το λιμάνι του Πειραιά είναι πρώτο σε ανταγωνιστικότητα με νέα ρεκόρ κερδοφορίας για την COSCO και τους υπόλοιπους επιχειρηματικούς ομίλους που δραστηριοποιούνται γύρω από αυτό.

Με βάση τα παραπάνω o ευρωβουλευτής του Κόμματος υπέβαλε τα εξής ερωτήματα:

«Πώς τοποθετείται η Επιτροπή:

- Σχετικά με την επιτακτική ανάγκη υλοποίησης των αιτημάτων των σωματείων, των μαζικών φορέων και κατοίκων της περιοχής για άμεση μετεγκατάσταση των πάνω από 100 δεξαμενών πετρελαιοειδών και άλλων τοξικών ουσιών που βρίσκονται μέσα στον αστικό ιστό του Περάματος, την εγκατάσταση της "Oil One" στη Δραπετσώνα και την απόδοση και αξιοποίηση όλων αυτών των στρεμμάτων στον λαό των περιοχών με κριτήριο τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες;

- Για το γεγονός ότι η συνέχιση της λειτουργίας των εγκαταστάσεων της "Oil One" στη Δραπετσώνα και η προωθούμενη αλλαγή χρήσης της ήδη επικίνδυνης δεξαμενής της "ΕΤΕΚΑ" στο Πέραμα, με ευθύνη ΕΕ και κυβερνήσεων εκθέτει σε ανυπολόγιστους κινδύνους το λαό όλης της περιοχής;

- Για το γεγονός ότι απουσιάζει ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός πρόληψης και αντιμετώπισης ατυχημάτων μεγάλης έκτασης, με κριτήριο την προστασία των εργαζομένων, των κατοίκων και του περιβάλλοντος;».