Άρθρο της Μαρίνας Λαβράνου, μέλους του Τμήματος Λαϊκών Ελευθεριών και Δικαιοσύνης της ΚΕ του ΚΚΕ, δημοσιευμένο στον Ριζοσπάστη 22-23/2/2020


 

Η διαρροή πληροφοριών μέσω του Τύπου για υπό κατάθεση νομοσχέδια αποτελεί πάγια τακτική όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων και φυσικά η κυβέρνηση της ΝΔ δεν αποτελεί εξαίρεση. Με αυτόν τον τρόπο βολιδοσκοπούνται αντιδράσεις, δίνεται το περιθώριο να ζυμωθεί η κυβερνητική προπαγάνδα προώθησής τους. 

Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για ένα νομοσχέδιο, όπως αυτό για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, που αποτελεί πολύτιμο κρίκο για την προσαρμογή του κράτους στις νέες συνθήκες και απαιτήσεις της αστικής τάξης για επιτάχυνση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, γεωπολιτική αναβάθμιση και ενίσχυση της θέσης της στον διεθνή ανταγωνισμό.

Απαιτήσεις που προϋποθέτουν την ένταση της επίθεσης στα εργατικά - λαϊκά στρώματα, με στόχο τη διασφάλιση φτηνής εργατικής δύναμης (δηλαδή καθήλωση μισθών, τσάκισμα της Κοινωνικής Ασφάλισης, καθιέρωση της εντατικοποίησης, των απλήρωτων υπερωριών, της ημιαπασχόλησης, κατάργηση της κυριακάτικης αργίας), αλλά και τη «διαμόρφωση του κατάλληλου αναπτυξιακού περιβάλλοντος», δηλαδή τη λαϊκή συμπόρευση στη στήριξη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, τραπεζών, εφοπλιστικού κεφαλαίου, μέσω φοροαπαλλαγών, επιδοτήσεων, μειωμένων ελέγχων στο όνομα των γρήγορων διαδικασιών για το προχώρημα επενδύσεων.

Απαιτήσεις που προϋποθέτουν όμως και την προετοιμασία του αστικού κράτους, ειδικά όταν πραγματοποιούνται ήδη μαζικά συλλαλητήρια, όπως στις 18 Φλεβάρη ενάντια στον αντιασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου - Βρούτση, παρά τους τόνους μελανιού που χύθηκαν από τα αστικά επιτελεία για την υπεράσπιση του νομοσχεδίου, παρά τον απεργοσπαστικό μηχανισμό που στήθηκε από κυβέρνηση, εργοδότες και ΓΣΕΕ, παρά τις απειλές, την τρομοκρατία, τη λάσπη απέναντι στο οργανωμένο κίνημα (όπως με τις προκλητικές δηλώσεις Βρούτση). Σ' αυτό το πλαίσιο προετοιμάζονται και νέα νομοθετικά μέτρα και προωθούνται σχέδια για τον περιορισμό της επίδρασης των ταξικών δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αποδεικνύοντας έτσι ότι το αστικό πολιτικό σύστημα γνωρίζει πως η λαϊκή δυσαρέσκεια μπορεί να αυξηθεί το επόμενο διάστημα και παίρνει προληπτικά μέτρα, ιδιαίτερα μπροστά και σε πιθανή επιβράδυνση της καπιταλιστικής οικονομίας και πιθανή πολεμική εμπλοκή.

Προληπτικά μέτρα ακόμα και με την κατάθεση νομοσχεδίων εξόφθαλμης έντασης της καταστολής, όπως αυτό για τον περιορισμό των «δημόσιων συναθροίσεων», που αποδεικνύει περίτρανα τον τυπικό χαρακτήρα της κατοχύρωσης μιας σειράς λαϊκών ελευθεριών μέσα στο αστικό Σύνταγμα ώστε να επιτρέπεται η ουσιαστική, κατάφωρη παραβίασή τους.

Το αστικό Σύνταγμα αναγνωρίζει μεν το δικαίωμα του συνέρχεσθαι (άρθρο 11 παρ. 1) αλλά εισάγει κατευθείαν περιορισμούς (άρθρο 11 παρ. 2), τόσο γενικά διατυπωμένους, που επιτρέπουν ευρύτατους περιορισμούς στο όνομα της διαφύλαξης «της δημόσιας ασφάλειας» και της «μη διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής».

Τι προβλέπει το νομοσχέδιο που «διέρρευσε»

Το νομοσχέδιο που φέρεται ότι θα κατατεθεί τις επόμενες μέρες, περιλαμβάνει νέες αντιδραστικές ρυθμίσεις, καθώς:

- Εισάγει ορισμούς για έννοιες όπως η «δημόσια υπαίθρια συνάθροιση», με βάση τους οποίους προχωράει όχι μόνο στην απαγόρευση και τον περιορισμό των διαδηλώσεων αλλά και γενικά των συγκεντρώσεων!
- Αναθέτει στην αστυνομία υπερεξουσίες, αφού, πέρα από το ρόλο στην επιβολή του νόμου, αναλαμβάνει καθήκοντα ερμηνείας του νόμου. Με βάση το νομοσχέδιο, η αστυνομία θα καθορίζει κατά το δοκούν τους περιορισμούς που πρέπει να επιβληθούν σε μια διαδήλωση, ακόμα και επινοώντας δικούς της, αφού στο νομοσχέδιο αναφέρονται κάποιοι ρητά «μεταξύ άλλων», αφήνοντας έτσι στη διακριτική ευχέρεια της ηγεσίας της αστυνομίας να αποφασίσει ποιοι θα επιβληθούν τελικά. Αντίστοιχα, η αστυνομία θα αποφασίζει εκ των προτέρων αν θα επιτραπεί μια δημόσια συνάθροιση αν αυτή είναι αυθόρμητη! Στο ίδιο πνεύμα, επιχειρείται να προσπεραστούν ακόμα και άλλα τμήματα του κρατικού μηχανισμού, προκειμένου να λύνονται τα χέρια κυβέρνησης και υπουργείου, αφού ρητά αναφέρεται ότι οι δήμαρχοι, στην εδαφική αρμοδιότητα των οποίων θα διεξάγεται η όποια συγκέντρωση - διαδήλωση, εκφέρουν «απλή γνώμη» για το αν αυτή θα γίνει (χωρίς να δεσμεύουν την κυβέρνηση, δηλαδή).
- Εισάγει προκλητικούς αντιδραστικούς περιορισμούς, όπως η απαγόρευση «παρακώλυσης της πρόσβασης σε δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς κοινής ωφέλειας». Δηλαδή, εκ των προτέρων απαγορεύονται οι διαδηλώσεις μπροστά στα υπουργεία για τα εκτρωματικά τους νομοσχέδια ή π.χ. στη ΔΕΗ για τις κατά συρροή διακοπές ρεύματος στα λαϊκά νοικοκυριά ή για το ξεπούλημα μονάδων της με τις συνεπαγόμενες απολύσεις στο όνομα της «απολιγνιτοποίησης» κ.ο.κ. Οι περιορισμοί τίθενται στο όνομα της «δυσανάλογης» διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής, χωρίς να προσδιορίζεται το περιεχόμενο αυτής της «δυσαναλογίας».
- Εισάγει ως απαράδεκτη προϋπόθεση για την απαγόρευση ή μη της διαδήλωσης - συγκέντρωσης τη συνεκτίμηση γενικά του αριθμού των συμμετεχόντων. Αποδεικνύεται ότι στόχος του νομοσχεδίου δεν είναι, όπως εξοργιστικά αναφέρει η κυρίαρχη προπαγάνδα κυβέρνησης και ΜΜΕ, να αντιμετωπιστεί το κλείσιμο των δρόμων «από ολιγάριθμες ομάδες», αλλά να αντιμετωπιστούν και οι μαζικές, πολυπληθείς διαδηλώσεις - συγκεντρώσεις. Βέβαια, το ίδιο απαράδεκτο θα ήταν και αν απαγορευόταν ρητά συγκέντρωση με μικρό αριθμό συμμετεχόντων (αφού αυτό στην πράξη θα μπορούσε να συνεπάγεται την απαγόρευση π.χ. σε ένα σωματείο να κλείσει το δρόμο διαμαρτυρόμενο για απολύσεις, απληρωσιά κ.λπ.).
- Εισάγει νέες προϋποθέσεις για τη δυνατότητα διάλυσης μιας διαδήλωσης - συγκέντρωσης, ξεπερνώντας κατά πολύ αυτές που περιοριστικά θέτει το Σύνταγμα, όπως η πραγματοποίηση χωρίς γνωστοποίηση, ή η μη συμμόρφωση στους περιορισμούς (π.χ. θα μπορούσε να διαλυθεί μια συγκέντρωση - διαδήλωση γιατί οι διαδηλωτές κάλυψαν τρεις λωρίδες του οδοστρώματος, αντί για τις δύο που θα τους είχε «επιτραπεί»).
- Ανάγεται σε ιδιώνυμο αδίκημα η συμμετοχή στη συγκέντρωση - διαδήλωση, αφού τιμωρούνται με φυλάκιση ενός έτους όσοι «μετέχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, η οποία έχει απαγορευθεί νόμιμα με απόφαση της αρμόδιας αστυνομικής αρχής» και όσοι «δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβάλλει η παριστάμενη αστυνομική αρχή».
- Ενώ η κυβέρνηση μπορεί να απαγορεύει ανεμπόδιστα τη διεξαγωγή συγκεντρώσεων - διαδηλώσεων, ποινικοποιεί με φυλάκιση ενός έτους την προσπάθεια «παρεμπόδισης διεξαγωγής δημόσιας συνάθροισης» (μπορεί να ποινικοποιηθεί π.χ. η διαμαρτυρία σωματείων και φορέων για συγκεντρώσεις μίσους, με ρατσιστικό περιεχόμενο κ.λπ. χρυσαυγιτών ή άλλων φασιστοειδών).

- Τέλος, ορίζεται ότι «ο οργανωτής δημόσιας συνάθροισης ευθύνεται για την αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ιδιοκτησίας από τους συμμετέχοντες στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση», ανοίγοντας το δρόμο για περισσότερες προβοκατόρικες προσπάθειες, στοιχείων που συνδέονται με τον κρατικό κατασταλτικό μηχανισμό, να προκαλέσουν επεισόδια σε μια συγκέντρωση με σκοπό είτε τη διάλυσή της είτε/και την οικονομική εξόντωση των φορέων, σωματείων κ.λπ. που τη διοργανώνουν.

Η υποκριτική κριτική του ΣΥΡΙΖΑ

Ολο το προηγούμενο διάστημα αλλά και με αφορμή το νομοσχέδιο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει προσπάθεια να υψώσει βολικές, για εκείνον, ψεύτικες διαχωριστικές γραμμές, ενάντια στις «ακροδεξιές, αυταρχικές, νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις» της ΝΔ, απέναντι στις οποίες «χρειάζεται να αντιπαρατεθεί το μέτωπο "προοδευτικών και δημοκρατικών" δυνάμεων», με πυρήνα φυσικά τον ΣΥΡΙΖΑ. Ομως, ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση ψήφισε σειρά νόμων με τους οποίους:

- Εθεσε τους πρώτους μεγάλους περιορισμούς στο δικαίωμα στην απεργία, για να έρθουν τώρα οι περιορισμοί στο δικαίωμα για απεργιακές - και άλλες - συγκεντρώσεις.
- Θέσπισε ως ιδιώνυμο αδίκημα τις κινητοποιήσεις κατά των πλειστηριασμών, για να έρθει τώρα η ΝΔ να καταστήσει ιδιώνυμο αδίκημα τη συμμετοχή γενικά σε κινητοποιήσεις.
- Διατήρησε και ενίσχυσε ολόκληρο το σκληρό πυρήνα των κατασταλτικών ποινικών διατάξεων του αστικού κράτους, που στρέφεται σε βάρος των λαϊκών ελευθεριών. Στο άρθρο 189ΠΚ (Διατάραξη της κοινής ειρήνης), που επικαλείται και το νομοσχέδιο της ΝΔ, πρόσθεσε περίπτωση με ποινή φυλάκισης έως δύο έτη ή χρηματική ποινή για όποιον, «χωρίς να διαταράσσει την κοινή ειρήνη, εμποδίζει αυθαίρετα ή διαταράσσει σοβαρά μια νόμιμη συλλογική εκδήλωση με σκοπό τη ματαίωσή της» (ποινικοποιώντας, για παράδειγμα, οποιαδήποτε κινητοποίηση Σωματείων, Ομοσπονδιών, Εργατικών Κέντρων ενάντια σε κάθε καταστατικό συνέδριο - παρωδία της ΓΣΕΕ στις 25 Φλεβάρη).

Αλλά και η «Αυγή» στην ιστοσελίδα της, τη μέρα της μαζικής απεργιακής συγκέντρωσης στις 18 Φλεβάρη, υιοθέτησε πλήρως την κυβερνητική προπαγάνδα και στρατεύτηκε στην προσπάθεια ενίσχυσης του «κοινωνικού αυτοματισμού» μιλώντας για «κυκλοφοριακό χάος στο κέντρο της Αθήνας».

Η κυβέρνηση να μην τολμήσει να φέρει για ψήφιση αυτό το τερατούργημα!

Αποκαλύπτεται ότι στην πραγματικότητα όλες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις συγκλίνουν στις αντιλαϊκές κατευθύνσεις θωράκισης της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, τις οποίες στηρίζει το σημερινό αστικό κράτος και με μέτρα καταστολής και με μέτρα ενσωμάτωσης.

Η καλύτερη απάντηση στην ενορχηστρωμένη προσπάθεια υποταγής, είτε με το καρότο είτε με το μαστίγιο, των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων είναι η προσπάθεια για ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και τα βήματα για την προώθηση της Κοινωνικής Συμμαχίας σε αντιμονοπωλιακή, αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, βάζοντας έτσι στο στόχαστρο τον πραγματικό αντίπαλο.

Η «συνέχεια του κράτους», όπως αποτυπώνεται και στο ζήτημα της καταστολής, αποδεικνύει περίτρανα ότι αυτό που φοβούνται και προσπαθούν να προλάβουν η αστική τάξη, το κράτος και τα κόμματά της, ακόμα και με τέτοιου είδους νομοσχέδια εξόφθαλμης καταστολής και ποινικοποίησης, είναι η ορμητική άνοδος του οργανωμένου ταξικά προσανατολισμένου εργατικού - λαϊκού κινήματος.

Η προσπάθεια ποινικοποίησης της συλλογικής δράσης, περιστολής λαϊκών ελευθεριών και δικαιωμάτων θα βρει απέναντί της τη μαχητική απάντηση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων που με την οργανωμένη δράση τους θα χαλάσουν τα σχέδια της αστικής τάξης και των κομμάτων της για «τάξη και ασφάλεια» για να προχωράει η αντιλαϊκή πολιτική τους.