Η ΕΑΒ αποτελεί τη βασική βιομηχανία αεροναυπηγικής στη χώρα. Επί δεκαετίες έχει αποδείξει ότι διαθέτει ικανό και έμπειρο εργατικό δυναμικό, συγκροτημένο εκπαιδευτικό κέντρο και σημαντική τεχνογνωσία όχι μόνο στην αεροναυπηγική, αλλά και στις τηλεπικοινωνίες και τις νέες τεχνολογίες. Αποτελεί δηλαδή μία επιχείρηση στρατηγικής σημασίας για την άμυνα και την οικονομία της χώρας.
Την περασμένη δωδεκαετία οι εργαζόμενοι υπέστησαν διαδοχικές μειώσεις στις αποδοχές τους τόσο μέσω των τριών μνημονίων, όσο και μέσω της ένταξής τους στο Ενιαίο Μισθολόγιο. Συγκεκριμένα, οι μειώσεις αποδοχών ανήλθαν σε ποσοστό μεγαλύτερο από 40%, ενώ η μισθολογική εξέλιξη αποσυνδέθηκε από το αντικείμενο εργασίας. Τέλος, κατ’ εφαρμογή των μνημονίων απαγορεύθηκαν οι προσλήψεις προσωπικού αορίστου χρόνου, ενώ ο λόγος 1 προς 10 αρχικά και 1 προς 5 μετά δεν εφαρμόστηκε ποτέ.
Παράλληλα, η εταιρεία με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων της προηγούμενης περιόδου βίωσε τις συνέπειες της πολιτικής υποβάθμισης και απαξίωσης των αμυντικών βιομηχανιών. Έχει μετατραπεί στην ουσία σε υποκατασκευαστή της LOCKHEED MARTIN χάνοντας σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης και παραγωγής τόσο αμυντικού εξοπλισμού, όσο και άλλων προγραμμάτων παραγωγής (πχ εναέρια πυρανίχνευση/ πυρόσβεση, ανεμογεννήτριες κα).
Το αποτέλεσμα των παραπάνω πολιτικών ήταν ένα πολύ μεγάλο μέρος των εργαζομένων με πολυετή και κρίσιμη εμπειρία και τεχνογνωσία να έχουν αποχωρήσει από την εταιρεία είτε με συνταξιοδότηση είτε για αναζήτηση εργασίας σε άλλες επιχειρήσεις και χώρες. Η συνολική μείωση του προσωπικού ξεπέρασε το 50%.
Ειδικά τα τελευταία χρόνια “εφευρέθηκαν” οι προσλήψεις ορισμένου χρόνου για ειδικευμένο τεχνικό, επιστημονικό προσωπικό, με συνέπεια αυτή τη στιγμή περίπου 600 εργαζόμενοι να απασχολούνται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ενός έτους που ανανεώνονται έως «τα πέντε χρόνια ή την λήξη του έργου ή την λήξη της ανάγκης».
Πρόκειται για ένα καθεστώς ομηρείας και ανακύκλωσης εργαζομένων, το οποίο σε συνδυασμό με το αντικειμενικά χαμηλό ύψος των αποδοχών (δεδομένου ότι μιλάμε για υψηλής ειδίκευσης προσωπικό), δημιουργεί σοβαρές δυσκολίες ακόμη και στην κάλυψη των θέσεων που προκηρύσσονται.
Ήδη, μετά τα κύματα προσλήψεων συμβασιούχων για τα οποία «πανηγυρίζει» η κυβέρνηση, παρατηρείται ξανά ένα κύμα φυγής προς εργασίες με καλύτερες αμοιβές. Σε αυτό συμβάλλει εκτός των παραπάνω και η αβεβαιότητα που έχουν οι εργαζόμενοι για τα αυτονόητα, όπως το αν και πότε θα αναγνωριστεί μισθολογικά η προϋπηρεσία με την οποία προσλήφθηκαν εξ αρχής, ή ακόμα και για το αν η ΕΑΒ θα τους παρέχει Μέσα Ατομικής Προστασίας και ρουχισμό ενόψει του χειμώνα που έρχεται.
Παράλληλα, η κυβέρνηση εμφάνισε ως «λύση» στο πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού που η ίδια και οι προκάτοχοί της δημιούργησαν, την εισαγωγή εργολάβου στην παραγωγή, καθ’ υπόδειξη και της LOCKHEED MARTIN. Με δυο λόγια, αντί να προβεί σε αυξήσεις των μισθών και διατήρηση των συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων που προβλέπονταν επί σειρά ετών με τις Επιχειρησιακές ΣΣΕ, επέλεξε να αναθέσει μέρος των εργασιών σε εργολάβο. Ο οποίος σημειωτέον θα εξελιχθεί σε ανταγωνιστή της ΕΑΒ, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία που αποκτά στις εγκαταστάσεις της.
Σε ό,τι αφορά την ίδια την προοπτική της ΕΑΒ, διάφορα δημοσιεύματα στον τύπο κάνουν λόγο για διαπραγματεύσεις με τη LOCKHEED MARTIN – ενδεχομένως και με άλλα συγκροτήματα – με σκοπό την εισαγωγή τους ως «στρατηγικού εταίρου». Άλλες πηγές κάνουν λόγο για αφαίρεση όγκου δουλειάς από την ΕΑΒ, όπως για παράδειγμα της συντήρησης των πυροσβεστικών αεροσκαφών και την μετατροπή του εργοστασίου αεροσκαφών σε κέντρο αναβάθμισης των μαχητικών F-16 για λογαριασμό της Lockheed Martin.
Αντικειμενικά, δεν μπορεί να θεωρηθεί άσχετη με τη συγκεκριμένη προοπτική η μείωση (υποπολλαπλασιαμός κατά τα 4/5) του Μετοχικού Κεφαλαίου της εταιρείας στο ποσό των 240 εκατ. Ευρώ στα τέλη του 2021 με σκοπό «τον λογιστικό συμψηφισμό ζημιών προηγούμενων ετών». Ενώ η ανακοινωμένη από το ΔΣ της ΕΑΒ επανακεφαλαιοποίηση δεν είναι γνωστό τι απέγινε μέχρι σήμερα.
Η εν λόγω εξέλιξη δείχνει ότι οι κυβερνήσεις φροντίζουν να βρίσκουν λύσεις για τις κρατικές εταιρείες μόνο όταν επίκειται η ιδιωτικοποίησή τους.
Σε κάθε περίπτωση, η εισαγωγή στρατηγικού εταίρου αφενός μεν θα δέσει ακόμη περισσότερο τη βασική αεροναυπηγική εταιρεία της χώρας στο άρμα και τις εκάστοτε ορέξεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, αφετέρου δεν πρόκειται να δώσει λύση στα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, κρίνοντας και από αντίστοιχες εξελίξεις στα Ναυπηγεία Ελευσίνας και το Νεώρειο Σύρου.
Είναι εξάλλου χαρακτηριστικό ότι παρά τις συναντήσεις και τους σχεδιασμούς που έχουν μεσολαβήσει μέχρι σήμερα, οι εργαζόμενοι δεν έχουν λάβει καμία απολύτως σχετική ενημέρωση.

Για τους λόγους αυτούς, ΕΡΩΤΩΝΤΑΙ οι κ. Υπουργοί τι προτίθενται να πράξουν ώστε:

• Να ενημερωθεί η Βουλή αλλά και οι εργαζόμενοι της ΕΑΒ για τα σχέδια της κυβέρνησης όσον αφορά το μέλλον της εταιρείας.
• Να επιτραπούν οι προσλήψεις προσωπικού με συμβάσεις αορίστου χρόνου, με προτεραιότητα στους ήδη απασχολούμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
• Να καταργηθεί το άρθρο 43 του Ν. 4484/2017, το οποίο θέτει υπό κηδεμονία τις συλλογικές διαπραγματεύσεις των εργαζομένων στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και ουσιαστικά απαγορεύει τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις.
• Να καταργηθεί η ισχύς του Ενιαίου Μισθολογίου για τους εργαζόμενους της ΕΑΒ και να επιτραπεί η υπογραφή Επιχειρησιακής Συλλογικής Σύμβασης με όρους που καλύπτουν το σύνολο των αναγκών όλων των εργαζομένων της.
• Να λάβουν άμεσα οι εργαζόμενοι τα Μισθολογικά Κλιμάκια που δικαιούνται και τα αναδρομικά που προκύπτουν και να τους χορηγηθούν Μέσα Ατομικής Προστασίας και ρουχισμός με προτεραιότητα αυτόν για προστασία από το κρύο.

Οι Βουλευτές

Μαρίνος Γιώργος
Κατσώτης Χρήστος
Παπαναστάσης Νίκος
Παφίλης Θανάσης